III
Δρόμοι παλιοί που αγάπησα και μίσησα ατέλειωτα
Κάτω απ'τους ίσκιους των σπιτιών να περπατώ
Νύχτες των γυρισμών αναπότρεπτες κι η πόλη
νεκρή
Την ασήμαντη παρουσία μου βρίσκω σε κάθε γωνιά
Κάμε να σ'ανταμώσω, κάποτε, φάσμα χαμένο του
πόθου μου
Κι εγώ ξεχασμένος κι ατίθασος να περπατώ κρα-
τώντας
Ακόμα μια σπίθα τρεμόσβηστη στις υγρές μου πα-
λάμες.
(Και προχωρούσα μέσα στη νύχτα χωρίς
Να γνωρίζω κανένανε κι ούτε
Κανένας με γνώριζε).
Μανόλης Αναγνωστάκης, από το ποίημα Πέντε Μικρά Θέματα,
Εποχές (1945)