8 Φεβ: Καθώς κολυμπούσα σήμερα, ένιωσα μια λαμπερή ευφορία, όπως γλιστρούσε το νερό στο σώμα μου κι εγώ γλιστρούσα μέσα του. Είχα απελευθερωθεί από την κόπωση των μυών κι η κίνησή μου ήταν σταθερά θετική, προς τα εμπρός, δυνατή, δυναμική. Κατάφερα να περιεργαστώ με διαύγεια τη φράση που μου'γραψε ένας καθηγητής μου σ'ένα από τα πρόσφατά του μέιλ, the life of the mind.
9 Φεβ: Παρατήρηση που με στενοχώρησε. Αφορά τη φίλη μου Λίνα. Η Λίνα οργανώνει αυτές τις μέρες μαζί με την Αντριάνα και λοιπούς μια διαμαρτυρία έναντι στο "rebranding" του πανεπιστημίου και την γενικότερη μεταμόρφωση που υφίσταται στα χέρια του περίφημου και μοδάτου νεοφιλελευθερισμού. Αντλούν τα οργανωτικά τους εργαλεία και τον γενικότερο εννοιολογικό τους εξοπλισμό από τα κείμενα του Μαρξ κλπ. Η Λίνα περίμενε σήμερα μπροστά μου στην ουρά του καφέ της βιβλιοθήκης. Η ουρά αργούσε, κι η Λίνα δεν είχε υπομονή. Έχω πολύ διάβασμα, κι έχω ανάγκη από καφέ, έλεγε. Αυτή η κυρία, μου είπε δείχνοντας την υπάλληλο (ξερακιανή και ταλαιπωρημένη) είναι πάντα πολύ αργή. Της απάντησα πως δεν φταίει η υπάλληλος, φως φανάρι πως την έχουν αφήσει μόνη της να εξυπηρετεί ορδές φοιτητών που το μόνο που τους μέλλει είναι να πάρουν τον καφέ τους ή το φαγάκι τους και να βαλθούν στη δουλειά. Προς έκπληξή μου μου απάντησε, σθεναρά, πως όχι, δεν φταίει αυτό για την καθυστέρηση, διότι κι η άλλη υπάλληλος όταν είναι μόνη της, είναι πιο σβέλτη στην εξυπηρέτηση. Τρανταχή παραφωνία... Είμαστε όλοι παιδιά του ίδιου συστήματος, θέλησα να πω στη Λίνα. Σε ποιων τα χέρια εμπιστευόμαστε την επανάσταση...
10 Φεβ: Ω θέε μου οι μέρες αυτές που το όνειρο, η ερωτογραφία αυτή, αργεί να ξεδιαλύνει κι έρχεται και μαλακώνει μέσα στους παγωμένους σωρούς από χιόνι στις άκρες του δρόμου. Ο ύπνος βαρύς ακόμη στα βλέφαρα. Το σώμα να βιάζεται από το κρύο... Το συνεχές ανελέητο κρύο που ναρκώνει τις αισθήσεις κι απειλεί την καρδιά. Εξαντλείται το απόθεμα του καλοκαιριού μέσα μου, θα με προλάβει η άνοιξη;
Το γράψιμο αυτές τις γκρίζες, τσουχτερές, παγωμένες, απαίσιες μέρες που όλο το σώμα σου σου δίνει σουβλιές. Το γράψιμο - ακόμη κι αν κατορθώνεται με λειψό μυαλό, με κοιμωμένη καρδιά. Ανόρεχτη είμαι σήμερα, τελείως ανόρεχτη. Μόνο το όνειρο κινεί τη ζωούλα μου σήμερα (το πιο φοβερό απ'όλα είναι τούτο το ανόρεχτο βήμα: ούτε σουλάτσο, ούτε φούρια, ούτε τίποτα. Ούτε καν η επιθυμία για θάνατο. Μια σουβλιά στο πίσω μέρος του κρανίου, κι ο κόσμος να γυρίζει. Κάπου στην άκρη - το ηλιοβασίλεμα).
Φυλώ το απόγευμά μου, το βραδάκι μάλλον (βέβαια βραδάκι λέμε τα ανοιξιάτικα σούρουπα, όχι αυτή τη τσουχτερή μαλακία που για να ξεμυτίσεις πρέπει να το ζυγίσεις καλά το πράμα), το βράδυ λέω να πάω στο music building, να κλειστώ στο μικρό δωμάτιο με το πιάνο και τον καθρέφτη και να προβάρω τα τραγούδια μου.
Δεν μπορώ τα ξεψυχισμένα πράματα.